ΦΙΛΕΛΛΗΝ ή η ποιητική της σοφιστείας
kaktos writes, "Το συμπόσιο του MGSA (Modern Greek Studies Association) για το 2005 πραγματοποιήθηκε από τις 2 ως τις 5 Νοεμβρίου στο Σικάγο.
Χαρούλα Στογιαννίδου "
9 Νοεμβρίου 2005
Στο συμπόσιο συμμετείχα με εισήγησή μου σχετικά με την "Αμφιθυμία των Ελληνο-Αμερικανών φοιτητών στο πανεπιστήμιο της Αριζόνα, ως προς την εθνική ταυτότητά τους και τη θέση τους για τα Ελληνικά στερεότυπα". Οι περιλήψεις των εισηγητών στο συμπόσιο κρίνονται με τη διαδικασία της "blind review" για να εξασφαλίζεται σε ένα βαθμό η ποιότητα των εισηγήσεων. Είχα τη χαρά να γνωρίσω "συναδέλφους" από διάφορα πανεπιστημιακά ιδρύματα των ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία και Ευρώπη. Πολλοί και ενδιαφέροντες ήταν οι τίτλοι και οι συζητήσεις που ακολούθησαν.
Η πρόθεσή μου όμως δεν είναι να σας ενημερώσω για το επιστημονικό όφελος του συμποσίου ούτε και για να δρέψω δάφνες για τη συμμετοχή μου. Η χρήση των εισαγωγικών παραπάνω (βλ. συναδέλφους) ενείχε τη σκοπιμότητά της. Πηγαίνοντας στο συμπόσιο γνώριζα ότι θα συναντήσω τον κύριο Τζιόβα. Αποκαλύπτοντάς του την ταπεινή ταυτότητά μου της "αποσπασμένης εκπαιδευτικού" είχα τον κρυφό πόθο να τον προκαλέσω σε ...μονομαχία. Η αντίδρασή του ήταν επιτήδεια: δήλωσε ότι "εμείς τον αντιπαθούμε και όχι εκείνος εμάς". Με ρώτησε για το επίπεδο συνεργασίας στο τμήμα που δουλεύω, τον ενημέρωσα για το άριστο κλίμα που επικρατεί και αποχώρησα με ισοπαλία. Όμως, ο κύριος Τζιόβας φαίνεται πως δεν έχει λύσει ακόμη το δικό του πρόβλημα συνεργασίας και θεωρεί ότι μπορεί να γενικεύει, να αντιπαρέρχεται θεσμούς και να προπαγανδίζει μεταξύ των ανά την Ευρώπη μόλις αποκτησάντων το δίπλωμά τους Ελλήνων "συναδέλφων", ότι η Ελλάδα τους αγνοεί και σπαταλάει τα οικονομικά της κονδύλια σε ανίδεους. Το τελευταίο σχόλιο δεν είναι δικό μου. Μου το κατέθεσε Ελληνίδα διδάκτωρ που εργάζεται σε Γερμανικό πανεπιστήμιο, αλλά θα προτιμούσε, φαίνεται, να βελτιώσει το καθεστώς εργασίας της εκεί, με την οικονομική αποζημίωση από το ΥΠΕΠΘ.
Η τελευταία μέρα του συμποσίου έκλεισε με το "business meeting" των μελών και τις καταθέσεις των διδασκόντων τα Ελληνικά (λογοτεχνία και γλώσσα και πολιτισμό) για την πορεία και το μέλλον τους. (των Ελληνικών, όχι το δικό τους, προς αποφυγήν παρεξηγήσεων). Η πλειοψηφία έκρινε ότι τα πράγματα πάνε πολύ καλά σε ΗΠΑ, Καναδά και Αυστραλία. Όσο για την Ευρωπαϊκή κοινότητα, ο κύριος Τζιόβας κατέθεσε ότι οι συνθήκες είναι μελανές: "Οι "specialists" συνεχίζουν τις ατομικές τους προσπάθειες για τη διδασκαλία των Ελληνικών", αλλά οι τοπικές Ελληνικές κοινότητες δεν υποστηρίζουν οικονομικά τα Ελληνικά, όπως αντίθετα συμβαίνει σε ΗΠΑ, Καναδά και Αυστραλία. Από την άλλη μεριά, η πρόταση να υποστηριχτούν τα τμήματα των Ελληνικών από την Ευρωπαϊκή κοινότητα προσκρούει στην πολιτική της τελευταίας, που υποστηρίζει ότι "η παιδεία είναι εθνική (national) κατά τόπους στρατηγική" και όχι πολιτική της Ευρωπαϊκής κοινότητας. Ως εκ τούτου, οποιαδήποτε πίεση προς αυτή την κατεύθυνση πέφτει στο κενό. Όσο για την Ελλάδα, όπως ανέφερε ο κύριος Τζιόβας, δεν υποστηρίζει όσο θα έπρεπε τις έδρες των Ελληνικών στην Ευρώπη:"Η αποστολή των δασκάλων από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση διόλου δεν βοηθά στη βελτίωση των συνθηκών, γιατί οι αποσπασμένοι δεν διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα για τις ανάγκες και την εξέλιξη των Ελληνικών τμημάτων στην αλλοδαπή". Επίσης, ο ομιλητής αναφέρθηκε και στη στροφή που ίσως πρέπει να πάρουν τα τμήματα ως προς τον τρόπο διδασκαλίας του αντικειμένου των Ελληνικών, πέραν τής τυπικής διδασκαλίας από το βιβλίο, και να επεκταθούν σε προβολές ταινιών, σε κείμενα αυθεντικά από τον τύπο και το θέατρο. Ως παράδειγμα ανέφερε ότι το τμήμα της Ρωσσικής γλώσσας στην Αγγλία εντάχθηκε πλέον στο School of Social Sciences, εξασφαλίζοντας με αυτό τον τρόπο τη βιωσιμότητά του. Ενοχλημένος από την αδιάφορη στάση των Ελληνικών κοινοτήτων και του Ελληνικού κράτους κατέληξε δανειζόμενος τους στίχους του Καβάφη: "Πού οι Έλληνες" και "Πού τα Ελληνικά".
Το ποιητικό κλείσιμο ευχαρίστησε ιδιαίτερα το κοινό και προκάλεσε τη θυμηδία του. Καταντάει ίσως βαρετό να αναρωτιόμαστε τι είδους συνεργασία είχε ο κύριος Τζιόβας με τους συναδέλφους που του απεστάλησαν. Αλλά το ίδιο βαρετές καταντούν πια και οι καινοτόμες - κατά την παρωχημένη πληροφόρησή του - προτάσεις του για χρήση αυθεντικού υλικού στη διδασκαλία της γλώσσας. Αγνοεί, ή επιδιώκει να αγνοεί, τι γίνεται γύρω του ή μάλλον μέσα στο σπίτι του, προτείνοντας ως ειδικός πρωτοποριακές μεθόδους και αναζητώντας την επιβεβαίωση έστω και με το διασυρμό των "άλλων".
Διατηρούσα ελπίδες, μέχρι την τελευταία στιγμή, ότι θα τολμήσει κάποιος από τους διευθυντές των εδώ Ελληνικών προγραμμάτων, που διατυμπανίζουν το πόσο έχουν ωφεληθεί από τη συνεργασία μαζί μας (και την προτείνουν και σε άλλα τμήματα), να δευτερολογήσει. Αλλά τέτοιου είδους αντιδράσεις χρειάζονται φαίνεται ιδιαίτερο κουράγιο, και οι εδώ "συνάδελφοι" αποφεύγουν τις κατά μέτωπο συγκρούσεις. Απλά μου σχολίασαν το ατυχές περιστατικό κατ' ιδίαν. Γι αυτό, ζητώ την άδειά σας να κλείσω κι εγώ με το ίδιο ποίημα του Καβάφη, αλλά αποθησαυρίζοντας κάποιους άλλους στίχους: "Τόσοι και τόσοι βαρβαρότεροί μας άλλοι/ αφού το γράφουν, θα το γράψουμε κ' εμείς. Και τέλος μη ξεχνάς που ενίοτε μας έρχοντ' από τη Συρία σοφισταί,/ και στιχοπλόκοι, κι άλλοι ματαιόσπουδοι./ Ώστε ανελλήνιστοι δεν είμεθα, θαρρώ".
- Εισέλθετε στο σύστημα για να υποβάλετε σχόλια