Ημερολόγιο Συνόρων: οι φιλλέληνες της Νάπολι
ΓΚΑΖΜΕΝΤ ΚΑΠΛΑΝΙ (απόσπασμα από άρθρο του που δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ, στις 22 Μαΐου 2010)
Ο ΑΝΤΟΝΙΟ ΒΕΡΙΝΑ, πενήντα τεσσάρων χρονών, αρχιτέκτονας, λέει πως για πρώτη φορά συνάντησε την Ελλάδα στα νιάτα του, τότε που έκανε ταξίδια σε όλο τον κόσμο. «Θυμάμαι πολύ καλά, είκοσι χρόνια πριν, στη γέφυρα του καραβιού που με πήγαινε στη Ρόδο, ότι αισθάνθηκα απερίγραπτες συγκινήσεις βλέποντας το Αιγαίο να το αγκαλιάζουν οι πρώτες ακτίνες του φωτός», λέει. Από τότε άρχισε να ταξιδεύει τακτικά στα ελληνικά νησιά. «Μέχρι την ημέρα που με μάγεψε οριστικά η Πάτμος», συνεχίσει. «Σκέφτηκα να βάλω όλες τις οικονομίες μου για να χτίσω ένα σπίτι στο νησί. Τότε αποφάσισα να μάθω ελληνικά, για να μπορέσω να γνωρίσω τους ανθρώπους, να συμμετέχω στη ζωή του νησιού». Η Μίτση Μαρότα, πενήντα οκτώ χρονών, διοικητική υπάλληλος του δήμου, έκανε επίσης πολλά ταξίδια στα νιάτα της. «Οταν επισκέφθηκα για πρώτη φορά την Ελλάδα, πριν από πολλά χρόνια, ένιωσα τους Ελληνες σαν συγγενικό λαό», λέει. «Επειτα από πολλά ταξίδια στην Ελλάδα, αποφάσισα να μάθω ελληνικά. Ηταν σαν να βρήκα τη λογική και πολιτιστική ρίζα της δικής μου γλώσσας. Από τότε μελετώ την ελληνική γλώσσα, την Ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδας». Η Φραντσέσκα, είκοσι οκτώ χρονών, αποφάσισε να μάθει ελληνικά λόγω της διατριβής της, με θέμα τα ελληνικά που μιλιούνται σε χωριά της Καλαβρίας. «Επέλεξα αυτό το θέμα επειδή ο πατέρας μου κατάγεται από τη Ρόδο. Ηταν παιδί όταν αναγκάστηκε, όπως όλοι σχεδόν οι Ιταλοί της Ρόδου, να εγκαταλείψει ως πρόσφυγας το νησί μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο», λέει. Παιδί προσφύγων από τη Ρόδο είναι και ο Πολύκαρπος Σαλταλαμάκια, πρόεδρος του ιταλοελληνικού συλλόγου «Το Αστρο της Ρόδου». «Οι γονείς μας δεν έπαψαν ποτέ να μιλούν ρωμαίικα», λέει. «Για τους ντόπιους Ναπολιτάνους οι γονείς μας παρέμειναν πάντα «οι έλληνες πρόσφυγες». Οι γονείς μου μού μετέδωσαν τη νοσταλγία για τη Ρόδο και την αγάπη για τα ελληνικά».
- Εισέλθετε στο σύστημα για να υποβάλετε σχόλια