Maurizio De Rosa: Ο οίκος Emmeti
Μαζί με άλλους ανθρώπους του βιβλίου συστήσαμε πρόσφατα στο Μιλάνο εκδοτικό οίκο αφιερωμένο στην Ανατολική Ευρώπη, στα Βαλκάνια, στη Ρωσία και στην Ελλάδα. Είμαι υπεύθυνος της Ελληνικής σειράς και το πρώτο βιβλίο, που μόλις κυκλοφόρησε, είναι μια Ανθολογία σύγχρονου Ελληνικού διηγήματος. Ο τίτλος του:
l vicino di casa – Racconti greci contemporanei, a cura di Maurizio De Rosa
Ο τόμος περιλαμβάνει συνολικά 28 κείμενα Ελλήνων (21) και Κύπριων (7) συγγραφέων. Με εξαίρεση τους Κύπριους, οι Έλληνες συγγραφείς είναι όλοι τους σύγχρονοι, εν ζωή, μεταξύ των οποίων ο Πέτρος Τατσόπουλος, ο Τάσος Καλούτσας, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης, ο Κώστας Ακρίβος και νεότεροι όπως ο Δημήτρης Σωτάκης, η Εύη Λαμπροπούλου, η Έλενα Μαρούτσου, ο Κωνσταντίνος Τζαμιώτης, ο Χρήστος Χρυσόπουλος κ.λ. Πρόκειται για συγγραφείς που δεν έχουν ξαναμεταφραστεί στα Ιταλικά, κάποια διηγήματα δε είναι ανέκδοτα ακόμη και στην Ελλάδα.
EmmeTi
Η δεκαετία του 2000 ήταν αναμφισβήτητα η “δεκαετία της Ελλάδας” για όσον αφορά στη διάδοση της σύγχρονης λογοτεχνίας της στην Ιταλία. Ποτέ άλλοτε τόσοι συγγραφείς μεταφράστηκαν, δημοσιεύτηκαν και αγαπήθηκαν από το κοινό της γείτονος χώρας. Η Ιωάννα Καρυστιάνη και ο Πέτρος Μάρκαρης, η Ζυράννα Ζατέλη και ο Απόστολος Δοξιάδης, ο Παύλος Μάτεσις και ο Θόδωρος Καλλιφατίδης, η Ρέα Γαλανάκη και η Αλκυόνη Παπαδάκη είχαν την ευκαιρία να συνομιλήσουν με το Ιταλικό κοινό, και να καθιερωθούν χάρη στις προσπάθειες πολλών εκδοτών και μεταφραστών, που πρώτη φορά επιχείρησαν να διαδόσουν με επαγγελματισμό, συνέπεια και αφοσίωση το σύγχρονο Ελληνικό λόγο στην Ιταλία, συχνά με την πολύτιμη οικονομική αρωγή της Ελληνικής πολιτείας.
Σήμερα, στην αρχή της καινούριας δεκαετίας, προκύπτουν καινούρια δεδομένα. Η Ελλάδα έχει ανάγκη για περαιτέρω εξωστρέφεια, για διάδοση του πολιτισμού της, κυρίως υπάρχει ανάγκη το σύγχρονο πρόσωπό της να παρουσιαστεί πιο ολοκληρωμένα, ούτως ώστε να γίνει γνωστός ο λόγος της όχι μόνο στο χώρο της μυθοπλασίας, αλλά και στο χώρο του δοκιμίου, παντελώς απόντος στην αλλοδαπή. Αφετέρου, μεγάλοι συγγραφείς, παγκόσμιας εμβέλειας, όπως ο Βουτυράς, ο Βιζυηνός, ο Παπαδιαμάντης, ο Καχτίτσης, και άλλοι, δεν έχουν μεταφραστεί ποτέ στα Ιταλικά, ή έχουν μεταφραστεί μόνο αποσπασματικά.
Με δεδομένα όλα αυτά, στο Μιλάνο της Ιταλίας μια ομάδα μεταφραστών, συγγραφέων και άλλων ανθρώπων του πολιτισμού, προχώρησαν στην ίδρυση του εκδοτικού συνεταιρισμού Μ-Τ (Εmmeti), με στόχο τη διάδοση της γραμματείας και του πολιτισμού των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, με ιδιαίτερη έμφαση στη Ρωσία και στην Ελλάδα.
Σχετικά με την Ελλάδα, υπεύθυνος της σειράς είναι ο μεταφραστής και μελετητής της Ελληνικής λογοτεχνίας Μαουρίτσιο Ντε Ρόζα, που έχει στο ενεργητικό του πολλές μεταφράσεις Ελλήνων συγγραφέων (Ζατέλη, Καρυστιάνη, Αλεξάνδρου, Δούκα, Στάϊκο κα), στην Ελληνική λογοτεχνία έχει αφιερώσει το λεύκωμα Voci dell’agorà (2004) και το 2006 ήταν υποψήφιος για το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης με το μυθιστόρημα Το Κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου. Το πρώτο βιβλίο που θα κυκλοφορήσει θα είναι ο πρώτος τόμος μιας ανθολογίας του Ελληνικού και Κυπριακού διηγήματος (στη σειρά Epsilon) ενώ για το μέλλον θα επιχειρηθεί η σύσταση μιας “βιβλιοθήκης του Ελληνικού πνεύματος” (η σειρά θα φέρει τον τίτλο EpsilonSaggi), με στόχο το Ιταλικό κοινό να έρθει σε επαφή με τη σύγχρονη Ελληνική διανόηση και να εμπλουτιστεί ο Ιταλικός πολιτισμός με τα επιτεύγματα των Ελλήνων επιστημόνων στον χώρο της γλωσσολογίας, της ιστορίας, της κριτικής της λογοτεχνίας, της αρχαιολογίας, της λεξικογραφίας και της φιλοσοφίας. Ιδιαίτερη μέριμνα του Μ-Τ θα είναι η επαφή με τους μαθητές και τους διδάσκοντες του Κλασικού Λύκειου, του μόνου σχολείου “κύρους” που διαθέτει η Ιταλία, που, παρ’ όλη τη συρρίκνωση που υπέστη η διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών, εξακολουθεί να αποτελεί ένα χώρο όπου σημαντικό μέρος της νεολαίας έρχεται σε καθημερινή επαφή με την Ελληνική γλώσσα και τον Ελληνικό πολιτισμό, και ως εκ τούτου μια σημαντική δεξαμενή αναγνωστών και για το σύγχρονο Ελληνικό βιβλίο.
Ο Μ-Τ πιστεύει στην αξία της πρότασής του, σε μια ιστορική συγκυρία όπου το όνομα της Ελλάδας αμφισβητείται και αντιμετωπίζεται με δυσπιστία. Στόχος του είναι να δείξει στο κοινό της Ιταλίας (και εν δυνάμει και άλλων Ευρωπαϊκών χωρών) ότι η Ελλάδα έχει πολλές όψεις, τις καλύτερες από τις οποίες δεν τις έχουν ακόμη ανακαλύψει.