To εργασιακό πλαίσιο των αποσπασμένων στα Πανεπιστήμια
frantzkyr writes, "
Κυριακή Φραντζή
Μια μελέτη περίπτωσης και όχι μόνο
Τα τελευταία δύο χρόνια, όπως έχω αναφέρει σε προηγούμενο σημείωμα, γίνονται ριζικές ανακατατάξεις στις εργασιακές σχέσεις, στη δομή και στο περιεχόμενο σπουδών του πανεπιστημίου όπου έχω αποσπαστεί, με κύριο προσανατολισμό της ευρύτερης σχολής Φιλολογίας και Κοινωνικών Επιστημών στις ευρωπαϊκές και ασιατικές σπουδές και με μετονομασία (υποβάθμιση;)της δικής μας μικρότερης σχολής από Μελέτης Ξένων Γλωσσών που ήταν παλαιότερα σε Σχολή Γλωσσών και Γλωσσολογίας. Ανάμεσα στις συνέπειες αυτών των αλλαγών ήταν:
"
6 Μαρτίου 2008
(1) η αύξηση των ωρών διδασκαλίας
(2) η μείωση του διοικητικού προσωπικού, άρα επιβάρυνση του ακαδημαικού προσωπικού με καθημερινά διοικητικά καθήκοντα
(3) οι περικοπές στις δαπάνες για ωρομίσθιους διδάσκοντες
(4)ο προσανατολισμός του συνολικού προγράμματος στην αύξηση του αριθμού των φοιτητών και σε ερευνητικά προγράμματα με έμφαση στις εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης.
Τα παραπάνω είχαν ως τώρα ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο στις γλωσσικές σπουδές, ιδιαίτερα στα μικρά τμήματα των οποίων τα πτυχία από το 2009 μετατρέπονται από major σε minor με πενιχρή στήριξη και αμφίβολο περιεχόμενο.
Την περασμένη χρονιά οι προσπάθειες του ελληνικού τμήματος επικεντρώθηκαν στην εξασφάλιση της δυνατότητας των υπαρχόντων φοιτητών να τελειώσουν το πτυχίο τους, κάτι που αποδείχτηκε δύσκολο και έγινε απρόθυμα δεκτό μετά από κινητοποιήσεις τους. Φέτος οι εγγραφές των φοιτητών στο β΄ επίπεδο προχωρημένων της γλώσσας καθυστέρησαν για δύο μήνες και την ίδια περίοδο δεσμεύτηκε ενημερωτικό υλικό για τα μαθήματα που επρόκειτο πριν τις εγγραφές να διατεθεί εκτός σχολής. Ένα θερινό πρόγραμμα ελληνικής γλώσσας/μετάφρασης που προτάθηκε σε συνεργασία με συνάδελφο άλλου ξενόγλωσσου τμήματος για το οποίο εκδήλωσαν ενδιαφέρον 20 φοιτητές απορρίφθηκε επειδή η σχολή αρνήθηκε να πληρώσει την ξένη διδάσκουσα. Οι ενέργειες αυτές αντιφάσκουν με τους όρους που έθεσε η ίδια η σχολή σε συζητήσεις που είχε με το τμήμα και την ελληνική κοινότητα πριν μερικούς μήνες για κατακόρυφη αύξηση των ελληνικών πτυχίων στο μέλλον.
Οι καταστάσεις που περιγράφω, πιθανόν οικείες στις νεοελληνικές σπουδές των αγγλόφωνων και αυστραλιανών πανεπιστημίων, οφείλονται σε οικονομικά προβλήματα του πανεπιστημίου, και είναι βέβαια η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη πλευρά είναι ποιες πρωτοβουλίες αναλαμβάνουν σε παρόμοιες καταστάσεις τα ίδια τα τμήματα και ποιες βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις έχουν να προτείνουν απέναντι στις σαρωτικές αλλαγές που είναι ήδη παρούσες. Γεγονός είναι ότι τα τελευταία χρόνια το ελληνικό τμήμα του UNSW λειτουργεί με δύο μόνο λέκτορες με πλήρες ωράριο για ένα πληθυσμό 300 φοιτητών (σε μαθήματα του τμήματος και γενικής παιδείας), που πληρώνονται εν μέρει από το πανεπιστήμιο και εν πολλοίς από την ελληνική κοινότητα και το ελληνικό δημόσιο. Γεγονός είναι επίσης ότι τα πανεπιστήμια που λειτουργούν σε ημι-ιδιωτική ή ιδιωτική βάση δεν έχουν όπως πχ. οι Έλληνες πανεπιστημιακοί εξασφαλισμένο ακροατήριο. Αλλά τα γεγονότα αυτά δεν δίνουν απάντηση σε όλα τα ζητήματα που υπάρχουν. Κι εδώ ερχόμαστε στο ρόλο και τις δυνατότητες παρέμβασης των αποσπασμένων εκπαιδευτικών μέσα σ΄ αυτό τον κυκεώνα ακαδημαϊκών και άλλων συμφερόντων και συσχετισμών που είναι τα ξένα πανεπιστήμια.
Η ανακοίνωση της αύξησης του επιμισθίου τον περασμένο Ιούνιο, μια κίνηση κατ' αρχήν θετική αν είχε συνέχεια, αλλά και η σχετική νομοθεσία για το ωράριο φαίνεται να αντιμετωπίζει το θέμα των αποσπασμένων στα πανεπιστήμια με όρους γυμνασιακής εκπαίδευσης. Η εκπαίδευση όμως που παρέχεται στα πανεπιστήμια δεν είναι γυμνασιακή για τον απλό λόγο ότι οι φοιτητές τους έχουν τελειώσει το γυμνάσιο. Τούτο σημαίνει ότι οι απαιτήσεις ωραρίου και περιεχομένου εργασίας όσων έχουν τοποθετηθεί σ' αυτές τις θέσεις είναι αυξημένες και σύνθετες, και αυτό είναι κάτι που πρέπει να υποστηριχτεί με ποικίλους τρόπους και να αναγνωριστεί εμπράκτως. Όταν κατά περιπτώσεις οι σχολές απαιτούν πλήρη ερευνητική δραστηριότητα με όρους (ωραρίου, αδειών, εξόδων) ελληνικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αυτό πρέπει να συνεκτιμηθεί στις αποφάσεις της ελληνικής πλευράς, και να μην επαφίεται στη φιλοτιμία των αποσπασμένων απέναντι στις ανάγκες των ιδρυμάτων.
Τα μαθήματα της γλώσσας και του πολιτισμού που προσφέρονται στα ελληνικά, αν δεν ενταχτούν οργανικά σε ένα ευρύτερο επιστημονικό και ερευνητικό πλαίσιο με ταυτόχρονη προώθησή τους στο συνολικό περιβάλλον του πανεπιστημίου και των ελληνόγλωσσων και ξένων (ειδικά των αγγλόφωνων) κοινοτήτων θα παραμείνουν ευάλωτα και συνεχώς θα φθίνουν.Την αναγκαιότητα αυτή έχουν αντιληφθεί τα νεοελληνικά τμήματα που έχουν εντάξει τους εκπαιδευτικούς στις ερευνητικές και άλλες δραστηριότητές τους, και αυτό είναι προς τιμήν τους. Στα υπόλοιπα θα παραπαίουν ως αντικείμενα ήσσονος σημασίας με χαμηλό επιστημονικό κύρος που θα αποφεύγουν να διδάξουν οι ακαδημαϊκοί και θα υποβιβάζουν οι σχολές μέχρι την οριστική εξαφάνισή τους.
Με τη σειρά τους οι σχολές που δεν λειτουργούν πάντοτε ως κοινωφελή ή ευαγή ιδρύματα, έχουν τις δικές τους προτεραιότητες και επιλογές που δεν συνάδουν αναγκαστικά με τις ανάγκες των ελληνικών προγραμμάτων. Σε περιόδους που κάποιες από αυτές λειτουργούν ως προβληματικές επιχειρήσεις (κάτι το οποίο σταδιακά θα συμβεί σε όλα τα πανεπιστήμια) δε θα διστάσουν να αντιμετωπίσουν το μη μόνιμο προσωπικό καταχρηστικά, τα προγράμματα με όρους budget και τους φοιτητές αποκλειστικά ως πελάτες.
Το συμπέρασμα είναι ότι ούτε οι σχολές ούτε τα τμήματα είναι υπεράνω αξιολόγησης, ότι στην ελληνική γλώσσα πρέπει να αποδοθεί η θέση που της αξίζει, και στους αποσπασμένους να δοθούν κίνητρα για να βελτιώσουν τη δουλειά τους. Ο σημερινός τρόπος αξιολόγησής των τελευταίων είναι μονόπλευρος, δημιουργεί εξαρτήσεις και οδηγεί πιθανότατα σε αποσιώπηση σοβαρών ζητημάτων. Αντ' αυτού πιο εποικοδομητικό θα ήταν για την περίπτωση του κάθε τμήματος όλοι οι εμπλεκόμενοι (αποσπασμένοι, πρόεδροι τμημάτων, ελληνική διοίκηση, ξένες σχολές και συνεργαζόμενοι φορείς) να συντάσσουν κατ' έτος την αξιολόγησή τους και να την ανταλλάσσουν. Ποια ήταν τα πεπραγμένα τους για το συγκεκριμένο τμήμα τη χρονιά που πέρασε; Ποιες δραστηριότητες ανέπτυξαν για λογαριασμό του ή στα πλαίσιά του; Ποιες δυσκολίες εντόπισαν και όταν τους αναφέρθηκαν προβλήματα ποια ήταν η ανταπόκρισή τους; Για το μέλλον ποια είναι τα σχέδιά τους ;
Στον επίλογο αυτού του σημειώματος θα πρέπει να αναφέρω την εκπληξη που μου προκαλεί η μελετημένη αδιαφορία (ή φοβία;) με την οποία αντιμετωπίζεται από τους ίδιους τους αποσπασμένους η αναφορά σε εργασιακά/ επαγγελματικά ζητήματα ή προβλήματα τμημάτων. Γενικότερα τελευταία αποκόμισα την εντύπωση ότι οι υποτιθέμενες «τσόντες» που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα και η συλλογή υπογραφών για το ναό της Αγροτέρας Αρτέμιδος είναι πιο συγκλονιστικά ζητήματα από το αν διαλύεται ή όχι ένα νεοελληνικό τμήμα. Στην ίδια κατηγορία των εντυπώσεων τοποθετώ το γεγονός ότι κανείς αποσπασμένος δεν υπάρχει στην οργανωτική επιτροπή του συνεδρίου για τις νεοελληνικές σπουδές που διοργανώνεται φέτος από το Δήμο Αθηναίων, και ότι η σχετική ανακοίνωση δεν έχει καν καταχωριστεί στις Φρυκτωρίες. Είναι κι αυτό ένα δείγμα της θέσης που τους επιφυλάσσεται στο πλαίσιο των ελληνικών σπουδών ή της θέσης που οι ίδιοι/ες στον εαυτό τους επιφυλάσσουν;
- Εμείς /
- Εισέλθετε στο σύστημα για να υποβάλετε σχόλια