Πίνακες για την ορθογραφία - Γιάννης Ζηκούδης
SPELLINGRULES / ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ
PROBLEM AREAS 1) -o- 2) -e- 3) -i-
-o- |
ο |
neuter nouns / adj |
το δέντρο |
το ακριβό αυτοκίνητο |
|||||
το βιβλίο |
το δύσκολο πρόβλημα |
||||||||
το γραφείο |
το όμορφο ρούχο |
||||||||
adverbs |
αύριο |
περισσότερο |
τόσο |
||||||
λίγο |
πιο |
όλο |
|||||||
μόνο |
πόσο |
τουλάχιστο |
|||||||
exclamations |
αντίο |
μπράβο |
αλίμονο |
||||||
prepositions |
από |
προ |
υπό |
||||||
ω |
|||||||||
verbs |
έχω |
ξέρω |
παίζω |
βλέπω |
|||||
verbs -ωνω |
παγώνω μαλώνω κρυώνω |
θα παγώσω θα μαλώσω θα κρυώσω |
πάγωσα μάλωσα κρύωσα |
έχω παγώσει |
|||||
adverbs |
ακριβώς |
διαρκώς |
κυρίως |
||||||
αλλιώς |
εντελώς |
όμως |
|||||||
αμέσως |
επομένως |
πάντως |
|||||||
απλώς |
ευτυχώς |
-πως |
|||||||
ασφαλώς |
ευχαρίστως |
κάπως |
|||||||
βεβαίως |
ίσως |
μήπως |
|||||||
δίχως |
καθώς |
όπως |
|||||||
γύρω εδώ |
έξω κάτω |
πάνω πίσω |
|||||||
conjunctions |
λόγω |
ενώ |
|||||||
-e- |
ε |
verbs |
έχουμε, έχετε βλέπουμε, βλέπετε
καθόμαστε κάθεστε |
γράψε, γράψτε πήγαινε, πηγαίνετε πάρε, πάρετε |
-ένω δένω μένω πλένω |
|
conjunctions |
άλλωστε, είτε, ούτε, ώστε |
|||||
prepositions |
με, σε |
|||||
adverbs |
άλλοτε, απόψε, άραγε, κάποτε, πάντοτε, τότε |
|||||
pronouns |
κάθε, τίποτε |
|||||
αι |
verbs |
είμαι, είσαι, είναι κάθομαι, κάθεσαι, κάθεται, κάθονται |
||||
verbs-αίνω |
μαθαίνω πηγαίνω καταλαβαίνω κατεβαίνω |
μπαίνω βγαίνω αρρωσταίνω πεθαίνω |
||||
conjunctions |
και |
|||||
clear=all>
-i- |
ι |
neuter nouns |
το παιδί, το σκυλί, το γατί, το σπίτι, το μάτι, το χέρι |
|||||
verbs-ίζω |
καθαρίζω, θα καθαρίσω, καθάρισα, έχω καθαρίσει βαδίζω, θα βαδίσω, βάδισα, έχω βαδίσει γεμίζω, θα γεμίσω, γέμισα, έχω γεμίσει μαυρίζω, θα μαυρίσω, μαύρισα, έχω μαυρίσει χωρίζω, θα χωρίσω, χώρισα, έχω χωρίσει |
|||||||
adverbs |
απέναντι, αγγλιστί, μαζί, πάλι, πέρσι, πλάι, πράγματι |
|||||||
conjunctions |
γιατί, διότι, ότι |
|||||||
prepositions |
αντί, επί, μέχρι, περί |
|||||||
adjectives-ικος |
αρχικός, μαγικός, φιλικός, ευγενικός, ιστορικός |
|||||||
η |
feminine nouns + adjectives |
η κόρη, η αδερφή, η αρχή, η μικρή μαθήτρια, η χαζή ερώτηση, η ακριβή τσάντα |
||||||
adverbs |
ακόμη, ήδη, υπόψη |
|||||||
|
conjunctions |
επειδή |
||||||
οι |
masculine nouns + adjectives plural |
οι δάσκαλοι οι γιατροί οι θεατρίνοι |
οι γρήγοροι αθλητές οι κακοί μαθητές οι καλοί μουσικοί |
|||||
ει |
verbs |
έχεις έχει |
γράφεις φράφει |
βλέπεις βλέπει |
διαβάζεις διαβάζει |
|||
feminine nouns -ση plural |
ερώτηση ερωτήσεις απάντηση απαντήσεις |
λύση λύσεις πράξη πράξεις |
λέξη λέξεις σκέψη σκέψεις |
άρνηση αρνήσεις λήξη λήξεις |
||||
υ |
adverbs |
αναμεταξύ, αντίκρυ, πολύ |
||||||
neuter nouns |
το βράδυ, το δάκρυ, το δίχτυ, το δόρυ, το άστυ |
|||||||
in the stem of many words |
άβυσσος, άγκυρα, βούτυρο, βυθός, γδύνω, γυναίκα δύναμη, θυμός, μύθος, ξύλο, τύχη, φύση, ψυχή |
|||||||
feminine nouns -σύνη |
αξιοσύνη αδελφοσύνη βιασύνη καπατσοσύνη |
ελεημοσύνη εμπιστοσύνη ευγνωμοσύνη νοημοσύνη |
νοικοκυροσύνη ρωμιοσύνη |
|||||
adjectives–ύς comparatives –ύτερος |
βαρύς βαρύτερος ελαφρύς ελαφρύτερος ευρύς ευρύτερος |
μακρύς μακρύτερος οξύς οξύτερος πλατύς |
πλατύτερος παχύς παχύτερος φαρδύς φαρδύτερος |
|||||
clear=all>
SPELLINGRULES / ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ
PROBLEM AREAS 1) -o- 2) -e- 3) -i-
ο |
||||
masculine nouns / adj |
neuter nouns / adj |
adverbs |
exclamations |
prepositions |
oαδερφός o δάσκαλος o γιατρός oκύριος μόνος εξυπνος όμορφος γρήγορος |
το δέντρο το βιβλίο το γραφείο
το ακριβό αυτοκίνητο το δύσκολο πρόβλημα το όμορφο ρούχο |
αύριο λίγο μόνο πιο πόσο τόσο όλο τουλάχιστο
εκτός προπαντός λοιπόν |
αντίο μπράβο αλίμονο |
από προ υπό |
ω |
|||||||||
verbs |
verbs -ωνω |
adverbs |
adverbs-ως |
conjunctions |
|||||
έχω ξέρω παίζω βλέπω |
παγώνω μαλώνω κρυώνω μεγαλώνω θα παγώσω θα μαλώσω θα κρυώσω θα μεγαλώσω
πάγωσα μάλωσα κρύωσα μεγάλωσα έχω παγώσει έχω μαλώσει έχω κρυώσει έχω μεγαλώσει |
γύρω εδώ έξω κάτω πάνω πίσω |
ακριβώς αλλιώς αμέσως απλώς ασφαλώς βεβαίως δίχως διαρκώς εντελώς επομένως ευτυχώς ευχαρίστως ίσως καθώς κυρίως όμως πάντως -πως κάπως μήπως όπως |
λόγω ενώ |
|||||
ε |
|||||||||
verbs |
conjunctions |
prepositions |
adverbs |
pronouns |
|||||
έχουμε, έχετε βλέπουμε, βλέπετε
καθόμαστε κάθεστε |
-ένω δένω μένω πλένω |
άλλωστε είτε ούτε ώστε |
με σε |
άλλοτε απόψε άραγε κάποτε πάντοτε τότε |
κάθε τίποτε |
||||
γράψε, γράψτε πήγαινε, πηγαίνετε πάρε, πάρετε |
|||||||||
αι |
||
verbs |
verbs-αίνω |
conjunctions |
είμαι είσαι είναι κάθομαι κάθεσαι κάθεται κάθονται |
μαθαίνω πηγαίνω καταλαβαίνω κατεβαίνω μπαίνω βγαίνω αρρωσταίνω πεθαίνω |
και |
clear=all>
ι |
|||||
neuter nouns |
verbs-ίζω |
adverbs |
conjunctions |
prepositions |
adjectives -ικος |
το παιδί το σκυλί το γατί το σπίτι το μάτι το χέρι |
καθαρίζω, θα καθαρίσω, καθάρισα, έχω καθαρίσει βαδίζω, θα βαδίσω, βάδισα, έχω βαδίσει γεμίζω, θα γεμίσω, γέμισα, έχω γεμίσει μαυρίζω, θα μαυρίσω, μαύρισα, έχω μαυρίσει χωρίζω, θα χωρίσω, χώρισα, έχω χωρίσει |
απέναντι αγγλιστί μαζί πάλι πέρσι πλάι πράγματι |
γιατί διότι ότι |
αντί επί μέχρι περί |
αρχικός μαγικός φιλικός ευγενικός ιστορικός |
η |
||
feminine nouns + adjectives |
adverbs |
conjunctions |
η κόρη η αδερφή η αρχή η μικρή μαθήτρια η χαζή ερώτηση η ακριβή τσάντα |
ακόμη ήδη υπόψη |
επειδή |
οι |
|||
masculine nouns |
masculine adjectives |
||
οι δάσκαλοι οι γιατροί οι θεατρίνοι |
οι γρήγοροι αθλητές οι κακοί μαθητές οι καλοί μουσικοί |
||
ει |
|||
verbs |
feminine nouns -ση plural |
adjectives -ης, -ης, -ες plural |
|
έχεις έχει
γράφεις γράφει
βλέπεις βλέπει
διαβάζεις διαβάζει |
ερώτηση ερωτήσεις απάντηση απαντήσεις λύση λύσεις πράξη πράξεις λέξη λέξεις σκέψη σκέψεις άρνηση αρνήσεις λήξη λήξεις |
(ο διεθνής, η διεθνής, το διεθνές) οι διεθνείς σχέσεις (ο ακριβής, η ακριβής, το ακριβές) οι ακριβείς μετρήσεις (ο υγιής, η υγιής, το υγιές) οι υγιείς μαθητές (ο διαρκής, η διαρκής, το διαρκές) οι διαρκείς καθυστερήσεις (ο αγενής, η αγενής, το αγενές) οι αγενείς άνθρωποι |
|
υ |
||||
adverbs |
neuter nouns |
in the stem of many words |
feminine nouns -σύνη |
adjectives–ύς comparatives –ύτερος |
αναμεταξύ αντίκρυ πολύ |
το βράδυ το δάκρυ το δίχτυ το δόρυ το άστυ |
άβυσσος άγκυρα βούτυρο βυθός γδύνω γυναίκα δύναμη θυμός μύθος ξύλο τύχη φύση ψυχή |
αξιοσύνη αδελφοσύνη βιασύνη καπατσοσύνη ελεημοσύνη εμπιστοσύνη ευγνωμοσύνη νοημοσύνη νοικοκυροσύνη ρωμιοσύνη |
βαρύς βαρύτερος ελαφρύς ελαφρύτερος ευρύς ευρύτερος μακρύς μακρύτερος οξύς οξύτερος πλατύς πλατύτερος παχύς παχύτερος φαρδύς φαρδύτερος |
- Πίνακες /