Πρόσφατα άρθρα

Theatricality, didacticism, prosaic verse, use of persons as symbols, contemplative mood, flashbacks are some of Cavafy’s recurring ‘tropes’. Discuss.

Within the vast poetry collection of Constantine Cavafy, arguably, a pattern of recurring tropes emerges, offering the readers an in depth understanding of what defines his artistry. The poems that I have chosen for this essay being Young Men of Sidon, Alexandrian Kings and Kaisarion, from his book The Collected poems. One might say that they serve as an example of Cavafy’s gravitation towards an array of literary devices such as theatricality, didacticism, prosaic verse, use of persons as symbols, contemplative mood and flashbacks, one might say that they create a narrative that extends beyond the individual poems, inviting us to explore the timeless themes captured by Cavafy.

Theatricality, didacticism, prosaic verse, use of persons as symbols, contemplative mood, flashbacks are some of Cavafy’s recurring ‘tropes’. Discuss.

Poetics and Histories: To What Extent Did C. P. Cavafy Alter Historical Narratives, and for What Artistic Purposes?

stuident Name: Joseph Watson Module Lecturer: Dr Dimitra Tzanidaki-Kreps Date of Submission: 11/01/2016

Poetics and Histories: To What Extent Did C. P. Cavafy Alter Historical Narratives, and for What Artistic Purposes?

«Examine how homoerotic love is expressed in Cavafy’s erotic poetry» By Yousuf Danawi, Reading University

This essay aims to examine the manner in which homoerotic love is expressed in Constantine Peter Cavafy’s erotic poetry.Initially, it will provide a brief introduction entailing contextual information. Subsequently, this essay will bestow an intricate analysis of his erotic poems, with a particular focus on elucidating recurrent themes pertaining tohomoerotic love. The analysis will explore both the formal and thematic constituents of Cavafy’s erotic poetry, accompanied by a pervading extraction of deeper meaning.This examination will be enhanced utilising relevant secondary literature. The primary source that consists of the poems to be discussed in this essay derives from a digital anthology that comprises Cavafy’s ‘Recognised’, ‘Denounced’, and ‘Hidden’ poems

 «Examine how homoerotic love is expressed in Cavafy’s erotic poetry» By Yousuf Danawi, Reading University

How does Seferis’ mythical method interact with Greece’s lasting socio-political issues?

Seferis uses the mythical method in his poetry to allude to and comment upon social and political issues in Greece in his lifetime. Before discussing his poetry, it is important to define what is meant by Seferis’ mythical method. This method can be described as allusive, as although Seferis does make direct references to myth he does so in inventive ways, for example by using narrative space, symbols and characters to evoke Greek myths.

How does Seferis’ mythical method interact with Greece’s lasting socio-political issues?

Discuss the portrayal and effects of loss in the poetry of Cavafy

My Mother's Sin and Other Stories A series of lectures on Modern Greek literature taught by Dr Dimitra Tzanidaki-Kreps This is a first class essay of one of my students, Jenny Wight, who took my course this year writing beautifully on the effects of loss in Cavafy's poetry.

Discuss the portrayal and effects of loss in the poetry of Cavafy

ἐξ ἐρίων δὴ καὶ κλωστήρων καὶ ἀτράκτων

This essay examines that metaphor in the context of the political and war situation at the time Lysistrata was first performed. It considers traditional gender roles in the fifth-century Greek polis and Lysistrata’s inversion of those roles in her weaving analogy. Aristophanes’ comedic purpose in the weaving speech, in Lysistrata as a whole, and more generally across his corpus is examined. In addition, some observations are made about the sound pattern of Lysistrata’s speech and, in a personal argument, a speculative suggestion is advanced that the audience might have associated her cadences with the familiar rhythms of a domestic weaving loom.

ἐξ ἐρίων δὴ καὶ κλωστήρων καὶ ἀτράκτων

The form of Dramatic Monologue as perfected by Ritsos’ poetry.

Yannis Ritsos is widely regarded as one of the most significant figures in contemporary Greek poetry. He managed to revolutionise the idea of a dramatic monologue and create not just beautiful poetry, but also a multifaceted art form that has depth on psychological, social, and philosophical levels throughout all of his publications. The dramatic monologue form was popularised by Victorian poets such as Robert Browning, but Ritsos revitalised it and many poets to this day still use his style as inspiration. His ability to construct identities and characters that the reader can genuinely sense and almost experience is skilful.

The form of Dramatic Monologue as perfected by Ritsos’ poetry.

Hyperion or the hermit in Greece

Concept, dramaturgy and performance by Dimitra Kreps

Hyperion or the hermit in Greece

In Ritsos’ Moonlight Sonata what sentiments does the woman’s confession provoke/inspire to you and how these compare to the ones felt by the young man who remains silent throughout her long monologue.

Yannis Ritsos' "Moonlight Sonata" is a poignant and emotionally charged poem that presents a deeply intimate monologue of a woman speaking to a silent young man. The setting is night, with the moonlight casting a dreamlike atmosphere over the scene. The woman's confession, filled with personal revelations, memories, and emotions, evokes a variety of sentiments in the reader and provokes a complex response.

In Ritsos’ Moonlight Sonata what sentiments does the woman’s confession provoke/inspire to you and how these compare to the ones felt by the young man who remains silent throughout her long monologue.

Discuss the portrayal and effects of loss in the poetry of Cavafy

My Mother's Sin and Other Stories A series of lectures on Modern Greek literature taught by Dr Dimitra Tzanidaki-Kreps This is a first class essay of one of my students, Jenny Wight, who took my course this year writing beautifully on the effects of loss in Cavafy's poetry.

Discuss the portrayal and effects of loss in the poetry of Cavafy

Ποιήματα - Αρετή Πότσιου


ΚΑΛΑΝΤΑ
Κάλαντα Χριστουγέννων

Καλήν εσπέραν άρχοντες, κι αν είναι ο ορισμός σας

Χριστού τη θεία γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας


Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει

οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρει η φύσις όλη

Εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων

ο Βασιλεύς των ουρανών κι ο ποιητής των όλων

Σ’ αυτό το σπίτι το ψηλό πέτρα να ραγίσει

κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρόνια να ζήσει.

Κάλαντα Πρωτοχρονιάς

Πάει ο παλιός ο χρόνος, ας γιορτάσουμε παιδιά,

Και του χωρισμού ο πόνος ας κοιμάται στην καρδιά.



Καλή χρονιά, καλή χρονιά

χαρούμενη, χρυσή Πρωτοχρονιά.

Γέρε χρόνε φύγε τώρα, πάει η δική σου η σειρά,

ήρθε ο νέος με τα δώρα, με τραγούδια και χαρά.

Καλή χρονιά, καλή χρονιά

Χαρούμενη, χρυσή Πρωτοχρονιά.

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά

ψηλή μου δεντρολιβανιά

κι αρχή καλός μας χρόνος

εκκλησιά με τ’ άγιο θρόνο

Αρχή που ήρθε ο Χριστός

Άγιος και Πνευματικός

στη γη να περπατήσει

και να μας καλοκαρδίσει.

Άγιος Βασίλης έρχεται

και δεν μας καταδέχεται,

από την Καισαρεία,

συ ’σαι αρχόντισσα κυρία.



Βαστάει εικόνα και χαρτί,

ζαχαροκάντιο, ζυμωτή,

χαρτί και καλαμάρι,

δες και με το παλικάρι.


Το καλαμάρι έγραφε,

τη μοίρα του την έλεγε,

και το χαρτί ωμίλει,

Άγιε μου, Άγιε μου, Άγιε Βασίλη.

Μίλτος Σαχτούρης

Η μεταμόρφωση

Μια μέρα θα ξυπνήσω

άστρο

όπως το ’λεγες

θα πλύνω από τα χέρια μου

το αίμα

και θα πετάξω τα καρφιά

από το στήθος μου

δε θα φοβάμαι πια τον κεραυνό

δε θα φοβάμαι το σφαγμένο

πετεινό

μια μέρα θα ξυπνήσω

άστρο

όπως το ’λεγες

τότε θα είσαι ένα πουλί

ίσως έ ν α π α γ ώ ν ι

εγώ

θα έχω αθωωθεί

(Από τη συλλογή: Με το πρόσωπο στον τοίχο, 1952)



Ο ελεγκτής

Ένας μπαξές γεμάτος αίμα

είν’ ο ουρανός

και λίγο χιόνι

έσφιξα τα σκοινιά μου

πρέπει και πάλι να ελέγξω

τ΄ αστέρια

εγώ

κληρονόμος πουλιών

πρέπει

έστω και με σπασμένα φτερά

να πετάω

Το ψωμί

Ένα τεράστιο καρβέλι, μια πελώρια φραντζόλα ζεστό

ψωμί, είχε πέσει στο δρόμο από τον ουρανό ·

ένα παιδί με πράσινο κοντό βρακάκι και με μαχαίρι

έκοβε και μοίραζε στον κόσμο γύρω,

όμως και μια μικρή, ένας μικρός άσπρος άγγελος, κι αυτή

μ’ ένα μαχαίρι έκοβε και μοίραζε

κομμάτια γνήσιο ουρανό

κι όλοι τρέχαν σ’ αυτή, λίγοι πηγαίναν στο ψωμί,

όλοι τρέχανε στον μικρόν άγγελο που μοίραζε ουρανό!

Ας μην το κρύβουμε.

Διψάμε για ουρανό.

(Από τη συλλογή: Τα φάσματα ή η χαρά στον άλλο δρόμο, 1958)

Κάτι επικίνδυνα κομμάτια

Κάτι επικίνδυνα κομμάτια

χάος

είν’ η ψυχή μου

που έκοψε με τα δόντια του

ο Θεός

άλλοι τα τριγυρίζουν πάνω σε σανίδια

τα δείχνουν

τα πουλάνε

τ’ αγοράζουν

εγώ δεν τα πουλώ

οι άνθρωποι

τα κοιτάζουν

με ρωτάνε

άλλοι γελάνε

άλλοι προσπερνάνε

εγώ δεν τα πουλώ



(Από τη συλλογή: Ο περίπατος, 1960)

Μανόλης Αναγνωστάκης

Οι νικημένοι

Ξέρεις πως θα ’ρθει μια μέρα που θα φορέσουμε

αλογάριαστα ολόγυμνοι τον εαυτό μας

(Εποχές, 1945)

Επιτάφιον

Εδώ αναπαύεται

Η μόνη ανάπαυση της ζωής του

Η μόνη του στερνή ικανοποίηση

Να κείτεται μαζί με τους αφέντες του

Στην ίδια κρύα γη, στον ίδιο τόπο.

(Εποχές, 1941-44)

Πέντε μικρά θέματα

ΙΙ

Γυμνός κυλίστηκα μέσα στην άμμο μα δεν υποτά-

χτηκα

Και δεν αγάπησα μόνον εσένα που τόσο με κρά-

τησες

Όπως αγάπησα τα ναυαγισμένα καράβια με τα

τραγικά ονόματα

Τους μακρινούς φάρους, τα φώτα ενός απίθανου

ορίζοντα

Τις νύχτες που γύρευα μόνος να βρω το χαμένο

εαυτό μου

Τις νύχτες που μόνος γυρνούσα χωρίς κανείς να

με νιώσει

Τις νύχτες που σκότωσα μέσα μου κάθε παλιά μου

αυταπάτη.

(Εποχές, 1941-44)

ΙΙ

……………………….

(Φίλοι καλοί, μη μας κατηγορήσετε. Σκίσαμε τώ-

ρα καιρό τα βιβλία μας

Καλύψαμε με τα χέρια τα’ αφτιά μας στα σφυρίγ-

ματα των πλοίων

Ανάψαμε τη φωτιά μας το πρωί με τις παλιές φω-

τογραφίες)

……………………………………

…Φυσάει πολύ απ’ το σπασμένο τούτο τζάμι.

(Ποιος έριξε φεύγοντας τις καρέκλες στο πά-

τωμα;)

Δεν ξεχωρίσαμε στο τέλος αν έπρεπε να ξανάρθουμε ή να μην ξανάρθουμε

Θαρρούσες πως στο βάθος θα μας κούραζε το ίδιο.

Δεν ξεχωρίσαμε.

(Είχαν τα πρόσωπά μας τόσο αλλόκοτα μπλεχτεί.

Μη μας κατηγορήσετε. Χάσαμε πια οριστικά

το δικό μας.)

(Εποχές 2, 1948)

VII

…………….

Μέρες γιορτής οι σημαίες υψώνονται, τα σχολεία

μ’ ομοιόμορφες μπλούζες

Κάθε κενότητα αναπαύεται ανώδυνα πάνω σε καταχτημένες αποσκευές

(Εποχές 2, 1948)

Στο Νίκο Ε…1949
Φίλοι

Που φεύγουν

Που χάνονται μια μέρα

Φωνές

Τη νύχτα

Μακρινές φωνές

Μάνας τρελής στους έρημους δρόμους

Κλάμα παιδιού χωρίς απάντηση

Ερείπια

Σαν τρυπημένες σάπιες σημαίες.

Εφιάλτες

Στα σιδερένια κρεβάτια

Όταν το φως λιγοστεύει

Τα ξημερώματα.

(Μα ποιος με πόνο θα μιλήσει για όλα αυτά;)

(Παρενθέσεις, 1954-56)

Η αγάπη είναι ο φόβος…

Πεθαίνουμε τάχα για τους άλλους ή γιατί έτσι νικούμε τη ζωή

Ή γιατί έτσι φτύνουμε ένα ένα τα τιποτένια ομοιώματα

(Εποχές 3, 1951)

Όχι από δω…

……………

Όχι δεν πιάνω το χέρι σου. Δε θα κλέψεις το σχήμα του δικού μου.

(Εποχές 3, 1951)

Επίλογος

Οι στίχοι αυτοί μπορεί και να ’ναι οι τελευταίοι

Οι τελευταίοι στους τελευταίους που θα γραφτούν

Γιατί οι μελλούμενοι ποιητές δε ζούνε πια

Αυτοί που θα μιλούσανε πεθάναν όλοι νέοι

Τα θλιβερά τραγούδια τους γενήκανε πουλιά

Σε κάποιον άλλον ουρανό που λάμπει ξένος ήλιος

Γενήκαν άγριοι ποταμοί και τρέχουνε στη θάλασσα

Και τα νερά τους δε μπορείς να ξεχωρίσεις

Στα θλιβερά τραγούδια τους φύτρωσε ένας λωτός

Να γεννηθούμε στο χυμό του εμείς πιο νέοι.

(Εποχές 3, 1951)

Το σκάκι

Έλα να παίξουμε.

Θα σου χαρίσω τη βασίλισσά μου

(Ήταν για μένα μια φορά η αγαπημένη

Τώρα δεν έχω πια αγαπημένη)

Θα σου χαρίσω τους πύργους μου

(Τώρα πια δεν πυροβολώ τους φίλους μου

Έχουν πεθάνει καιρό πριν από μένα)

Κι ο βασιλιάς αυτός δεν ήτανε ποτέ δικός μου

Κι ύστερα τόσους στρατιώτες τι τους θέλω;

(Τραβάνε μπρος, τυφλοί, χωρίς καν όνειρα)

Όλα, και τα’ άλογά μου θα σ’ τα δώσω

Μονάχα ετούτον τον τρελό μου θα κρατήσω

Που ξέρει μόνο σ’ ένα χρώμα να πηγαίνει

Δρασκελώντας τη μια άκρη ως την άλλη

Γελώντας μπρος στις τόσες πανοπλίες σου

Μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά

Αναστατώνοντας τις στέρεες παρατάξεις.

Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα.

(Η Συνέχεια, 1954)

Κάθε πρωί

Κάθε πρωί

Καταργούμε τα όνειρα

Χτίζουμε με περίσκεψη τα λόγια

Τα ρούχα μας είναι φωλιά από σίδερο

Κάθε πρωί

Χαιρετάμε τους χτεσινούς φίλους

Οι νύχτες μεγαλώνουν σαν αρμόνικες

- Ήχοι, καημοί, πεθαμένα φιλιά.

(Ασήμαντες

απαριθμήσεις

- Τίποτα, λέξεις μόνο για τους άλλους.


Μα πού τελειώνει η μοναξιά;)

(Η συνέχεια, 1954)

Μιλώ…

Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους.

(Η Συνέχεια 2, 1954-56)

Στ’ αστεία παίζαμε…

Στ’ αστεία παίζαμε!

Δε χάσαμε μόνο τον τιποτένιο μισθό μας

Μέσα στη μέθη του παιχνιδιού σάς δώσαμε και τις γυναίκες μας

Τα πιο ακριβά ενθύμια που μέσα στην κάσα κρύβαμε

Στο τέλος το ίδιο το σπίτι μας με όλα τα υπάρχοντα.

Νύχτες ατέλειωτες παίζαμε, μακριά απ’ το φως της ημέρας

Μήπως πέρασαν χρόνια; Σαπίσαν τα φύλλα του ημεροδείκτη

Δε βγάλαμε ποτέ καλό χαρτί, χάναμε χάναμε ολοένα

Πώς θα φύγουμε τώρα; πού θα πάμε; ποιος θα μας δεχτεί;

Δώστε μας πίσω τα χρόνια μας δώστε μας πίσω τα χαρτιά μας

Κλέφτες!

Στα ψέματα παίζαμε!

(Η Συνέχεια 3, 1962)



Ένας κλέφτης…
Ένας κλέφτης

Κι άλλος κλέφτης

«Πιάστε τους κλέφτες»

(Ποιους κυνηγούσαν και ποιοι;)

Στεκόμουν στη θέση μου ακίνητος

Ανάμεσα στο έξαλλο πλήθος

Στις φοβερές κραυγές

Κανείς δε μ’ ακούμπησε

Άναψα κι άλλο τσιγάρο

Ήταν για μένα μια ξένη ιστορία

Εγώ δε φοβόμουνα

Δεν είχα τίποτα πια να μου κλέψουν

Δε με φοβόταν κανείς

Δεν είχα τίποτα να κλέψω απ’ αυτούς.

(Η Συνέχεια 3, 1962)



Αφιέρωση

Για τους ερωτευμένους που παντρεύτηκαν

Για το σπίτι που χτίστηκε

Για τα παιδάκια που μεγάλωσαν

Για τα πλοία που άραξαν

Για τη μάχη που κερδήθηκε

Για τον άσωτο που επέστρεψε

Για όλα όσα τέλειωσαν χωρίς ελπίδα πια.

(Η Συνέχεια 3, 1962)


Ο Στόχος

Το θέμα είναι τ ώ ρ α τι λες

Καλά φάγαμε καλά ήπιαμε

Καλά τη φέραμε τη ζωή μας ως εδώ

Μικροζημιές και μικροκέρδη συνοψίζοντας

Το θέμα είναι τ ώ ρ α τι λες.


Στο παιδί μου

Στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια

Και του μιλούσανε για Δράκους και για το πιστό σκυλί

Για τα ταξίδια της Πεντάμορφης και για τον άγριο λύκο

Μα στο παιδί δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια

Τώρα, τα βράδια, κάθομαι και του μιλώ

Λέω το σκύλο σκύλο, το λύκο λύκο, το σκοτάδι σκοτάδι,

Του δείχνω με το χέρι τους κακούς, του μαθαίνω

Ονόματα σαν προσευχές, του τραγουδώ τους νεκρούς μας.

Α, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά.

(Ο Στόχος, 1970)

Για επέτειο Πολυτεχνείου

Θεσσαλονίκη, μέρες του 1969 μ.Χ.

Στην οδό Αιγύπτου – πρώτη πάροδος δεξιά –

Τώρα υψώνεται η Τράπεζα Συναλλαγών

Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως

Και τα παιδάκια δε μπορούνε πια να παίξουνε από τα
τόσα τροχοφόρα που περνούνε

Άλλωστε τα παιδιά μεγάλωσαν, ο καιρός εκείνος
πέρασε που ξέρατε

Τώρα πια δε γελούν, δεν ψιθυρίζουν μυστικά, δεν
εμπιστεύονται,

Όσα επιζήσαν, εννοείται, γιατί ήρθανε βαριές
αρρώστιες από τότε

Πλημμύρες, καταποντισμοί, σεισμοί, θωρακισμένοι
στρατιώτες

Θυμούνται τα λόγια του πατέρα: εσύ θα γνωρίσεις
καλύτερες μέρες

Δεν έχει σημασία τελικά αν δεν τις γνώρισαν, λένε το μάθημα οι ίδιοι στα παιδιά τους

Ελπίζοντας πάντοτε πως κάποτε θα σταματήσει η αλυσίδα

Ίσως στα παιδιά των παιδιών τους ή στα παιδιά των παιδιών των παιδιών τους.

Προς το παρόν, στον παλιό δρόμο που λέγαμε,
υψώνεται η Τράπεζα Συναλλαγών

- εγώ συναλλάσσομαι, εσύ συναλλάσσεσαι αυτός συναλλάσσεται –

Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως

- εμείς μεταναστεύουμε, εσείς μεταναστεύετε, αυτοί μεταναστεύουν –

Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει, έλεγε ο ποιητής

Η Ελλάδα με τα ωραία νησιά, τα ωραία γραφεία, τις ωραίες εκκλησίες

Η Ελλάς των Ελλήνων.

Μ. Αναγνωστάκης, (Ο στόχος, 1970)



Επιτύμβιον

Πέθανες – κι έγινες κι εσύ: ο καλός.

Ο λαμπρός άνθρωπος, ο οικογενειάρχης, ο πατριώτης

Τριάντα έξι στέφανα σε συνοδέψανε, τρεις λόγοι
αντιπροέδρων,

Εφτά ψηφίσματα για τις υπέροχες υπηρεσίες που
προσέφερες.

Α, ρε Λαυρέντη, εγώ που μόνο το ’ξερα τι κάθαρμα
ήσουν,

Τι κάλπικος παράς, μια ολόκληρη ζωή μέσα στο ψέμα

Κοιμού εν ειρήνη δε θα ’ρθω την ησυχία σου να
ταράξω.

(Εγώ, μια ολόκληρη ζωή μες στη σιωπή θα την
εξαγοράσω

Πολύ ακριβά κι όχι με τίμημα το θλιβερό σου το
σαρκίο.)

Κοιμού εν ειρήνη. Ως ήσουν πάντα στη ζωή: ο καλός,

Ο λαμπρός άνθρωπος, ο οικογενειάρχης, ο πατριώτης.

Δε θα ’σαι ο πρώτος ούτε δα κι ο τελευταίος.

Μ. Αναγνωστάκης, (Ο στόχος, 1970)



ΑΝΑΤΟΜΙΑ (1971)

1

Καιρός να παραδώσω την κατάθεσή μου :

Όπως όταν ακούγεται από μακριά βροντή ή
πυροβολισμός εφόδου

Και διαλύεται η παρέλαση σαν φίδι με φολιδωτήν
ουρά στο ρίγος του μεσημεριού

Άδειασε τότε η πολιτεία κι έμεινε η κεντρική πλατεία με
τα δέντρα της δεκατισμένα

Με τις σημαίες πατημένες τις κραυγές της στον αγέρα
ασπρόρουχα πανικού

Κι έγινε η νύχτα ποταμός απ’ όπου στης αυγής τα
ξέφτια αναδυόμενα

Τα τανκς με βήματα βαριά τεντώνοντας την
προβοσκίδα τους


Σαν ιπποπόταμος της λεωφόρου 9

Τώρα είσαι γυμνός σαν πρωτόπλαστος και το δρεπάνι
τ’ ουρανού σου λιγνεύει

Τώρα κάθε πλάσμα σου ρίχνει το βέλος του κάθε μάτι
το ξέρει πως είσαι

Το γεράκι που χτυπήθηκε στα βουνά κι η πνιγμένη
ζητωκραυγή στις πλατείες

Κι έτσι έφτασες ως εδώ και πλάι σου εμείς ένας –ένας
με φίμωτρα

Κι οι πραιτωριανοί καταπάνω μας σ’ αυτή τη λαγκαδιά
με τα κόκκαλα

Εδώ δεν είναι η πρώτη μου φωλιά είναι μια
δρακοντότρυπα φώναξες

Κι ο πρώτος που σε πρόλαβε σε είδε να παίρνεις

Το μακροβούτι σου στον Αχέροντα.

Γιάννης Δάλλας


Για γιορτή 28ης Οκτωβρίου

Ποιήματα που μας διάβασε

ένα βράδυ ο λοχίας Οtto V…

Σε δύο λεφτά θ’ ακουστεί το παράγγελμα «Εμπρός»

Δεν πρέπει να σκεφτεί κανένας τίποτ’ άλλο

Εμπρός η σημαία μας κι εμείς εφ’ όπλου λόγχη από πίσω

Απόψε θα χτυπήσεις και θα χτυπηθείς

Θα τραβήξεις μπροστά τραγουδώντας ρυθμικά
εμβατήρια

Θα τραβήξεις μπροστά που μαντεύονται χιλιάδες
ανήσυχα μάτια

Εκεί που χιλιάδες χέρια σφίγγονται γύρω από μι’ άλλη σημαία

Έτοιμα να χτυπήσουνε και να χτυπηθούν.

Σ’ ένα λεφτό πρέπει να μας δώσουν το σύνθημα

Μια λεξούλα μικρή μες στη νύχτα, που σε λίγο εξαίσια θα λάμψει.


(Κι εγώ που ’χω μια ψυχή παιδική και δειλή

Που δε θέλει τίποτα άλλο να ξέρει απ’ την αγάπη

Κι εγώ πολεμώ τόσα χρόνια χωρίς, Θε μου, να μάθω γιατί

Και δε βλέπω μπροστά τόσα χρόνια παρά μόνο το
δίδυμο αδερφό μου.)

Μανόλης Αναγνωστάκης (Εποχές, 1945)

© 2012 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας - Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα